Νέα

EΝΑΣ ΛΑΪΚΟΣ ΜΙΛΑΕΙ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΡΙΑΝΗ ΤΟΥ ΚΛΗΣΗ

Μεγάλωσα σε ένα χριστιανικό οικογενειακό περιβάλλον, που καλλιεργούσε με επιμονή στα παιδιά της το αίσθημα της αλληλεγγύης και της βοήθειας σε οποιονδήποτε είχε την ανάγκη τους. Φοιτώντας στο 10ο Εξατάξιο Γυμνάσιο Αθηνών στους Αμπελοκήπους πήρα από πολύ νωρίς την απόφαση να σπουδάσω στη Φιλοσοφική Σχολή με απώτερο στόχο να γίνω εκπαιδευτικός, διότι πίστευα ότι μέσα από την καθημερινή σχολική ζωή θα μου δινόταν η ευκαιρία να προσφέρω τις γνώσεις μου στα παιδιά αλλά και να εφαρμόσω στην πράξη τις παιδαγωγικές αντιλήψεις που είχα ανακαλύψει στα σχετικά με την εκπαίδευση θεωρητικά βιβλία.

Ο στόχος φάνηκε να επιτυγχάνεται όταν πέτυχα στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών τον Σεπτέμβριο 1974, δύο μόλις μήνες μετά τη Μεταπολίτευση. Περήφανος, γιατί, όπως έλεγαν, ανήκα στη «Γενιά του Πολυτεχνείου», και επηρεασμένος από το έντονο τότε κλίμα πολιτικοποίησης των νέων ανθρώπων, ένιωσα πολύ ισχυρός και θεώρησα ότι θα μπορούσα να συμβάλω μέσω της εκπαίδευσης στην κοινωνική αλλαγή που διακήρυσσε το κυρίαρχο πολιτικό ρεύμα της εποχής. Την απόκτηση του πτυχίου ακολούθησε  διετής στρατιωτική θητεία και την απόλυση από το στρατό η αναζήτηση εργασίας στην Ιδιωτική Εκπαίδευση, μια και ο διορισμός σε δημόσιο σχολείο θα καθυστερούσε πολύ.

Στην αρχή «χτύπησα την πόρτα» ενός μεγάλου ιδιωτικού εκπαιδευτηρίου των βορείων προαστίων. Με αντιμετώπισαν με παγερή ευγένεια και με μια συγκαλυμμένη αλλά ευδιάκριτη συγκαταβατικότητα, ενώ εντυπωσιακή ήταν για μένα η διαδοχική είσοδος σε προθαλάμους και η απάντηση σε ερωτήσεις διαφόρων παραγόντων του σχολείου, μέχρι να καταστεί δυνατή η εντελώς τυπική συνάντηση με τον Υπεύθυνο Προσλήψεων. Την επόμενη ημέρα – ήταν μέσα Αυγούστου 1981 – κλήθηκα από τον Fr. François Κρητικό,Γενικό Υποδιευθυντή τότε του Λεοντείου Λυκείου Νέας Σμύρνης, στο οποίο είχα επίσης καταθέσει αίτηση πρόσληψης. Βρέθηκα αμέσως μπροστά σε έναν άνθρωπο απλό, προσηνή, δεκτικό, ο οποίος μου συμπεριφέρθηκε σαν να με γνώριζε χρόνια. Κι όταν μετά από σύντομη συνομιλία με οδήγησε στο Γενικό Διευθυντή Fr. Pascal Κουμπουράκη, η έκπληξή μου ήταν ακόμη μεγαλύτερη: ένα λιτό και απέριττο γραφείο, μια βυζαντινής τέχνης εικόνα της Παναγίας στη βιβλιοθήκη και καθιστός ένας μικρόσωμος χαμογελαστός άνθρωπος με τα χέρια σταυρωμένα πάνω στα γόνατά του. Δεν θα ξεχάσω τα πρώτα του λόγια: «Νίκο, σε θέλουμε κοντά μας». Αυτή ήταν και η λεκτική έγκριση της πρόσληψής μου. Όταν έτυχε το ίδιο απόγευμα να κληθώ και από το άλλο σχολείο, η επιλογή ήταν παραπάνω από εύκολη…..

Από τους πρώτους μήνες εργασίας στο Λεόντειο Λύκειο Νέας Σμύρνης κατάλαβα ότι ζούσα στην καθημερινή επαφή και συνεργασία με τους Μαριανούς Αδελφούς (εκτός από τον Fr. François και τον Fr. Pascal, γνώρισα και συνεργάσθηκα με τον Fr. Ιγνάτιo, τον Fr. Joseph, τον Fr. Νικηφόρο, τον FrAntoine, τον FrMichel, τον FrEusèbe, τον FrAmateur, τον FrJean, και αργότερα τον Fr. Pierre, τον FrGeorgesΒιδάλη, τον Fr. Ματθαίο και τον Fr. Georges Βίδο) όλα αυτά που ως τότε είχα ως νεφελώδεις θεωρητικές αρχές και μάλλον ανέφικτες επιδιώξεις: την απλότητα, την εργατικότητα, τη συνεχή παρουσία κοντά στα παιδιά στις τάξεις, στα διαλείμματα, στις επισκέψεις, στις εκδρομές, παντού, τη διαρκή διαθεσιμότητα σε όποιον, καθηγητή, δάσκαλο, μαθητή, γονέα, τεχνίτη τους αναζητούσε, το οικουμενικό πνεύμα και, κυρίως, την αποδοχή του άλλου, του οποιουδήποτε άλλου,  όπως είναι και όχι όπως ίσως θα επιθυμούσαμε εμείς οι άλλοι να είναι… Μα πάνω απ’ όλα ήταν η αγάπη  προς το παιδί, προς το κάθε παιδί και ιδιαίτερα για το πιο αδύνατο στα μαθήματα, το πιο απείθαρχο, το πιο προβληματικό.

Σιγά – σιγά κατάλαβα από πού πήγαζε όλος αυτός ο παιδαγωγικός πλούτος: ήταν ο καρπός του Μαριανού Χαρίσματος. Αυτό το πολύτιμο δώρο, αυτή η θεόδοτη πνευματικότητα ενσαρκωνόταν κυρίως σε δύο πρόσωπα: στην Παρθένο Μαρία, η οποία πρόσφερε το πρότυπο της  υπακοής στο θείο θέλημα  και της ανεπιφύλακτης αποδοχής της κλήσης κατά την ημέρα του Ευαγγελισμού («Κύριε,γένοιτό μοι κατά τό ρῆμα Σου»), της διακριτικής παρουσίας (Γάμος στην Κανά) και της ανεξάντλητης υπομονής και καρτερίας (κάτω από το Σταυρό στο Γολγοθά). Αλλά και στον Άγιο Μαρκελλίνο, που ίδρυσε το Τάγμα των Μαριανών Αδελφών και αφιέρωσε τη ζωή του στη χριστιανική μόρφωση των νέων, παρόλα τα εμπόδια που ύψωναν μπροστά του ποικίλοι παράγοντες: τα παιδικά χρόνια στη φτωχή επαρχία της Γαλλίας κατά την περίοδο της Επανάστασης, η οδυνηρή εμπειρία στο σχολείο και η εγκατάλειψή του, οι αντιξοότητες στις ιερατικές σπουδές, οι ταλαιπωρίες κατά την εκτέλεση του ποιμαντικού του έργου στους αγροτικούς οικισμούς της περιοχής της Λυών, η φιλυποψία των ανωτέρων του και τόσα άλλα…. Κι όμως πίστεψε βαθιά στην Παναγία, προσευχήθηκε στην Καλή του Μητέρα, πάλεψε και δικαιώθηκε.

Σήμερα, τριάντα χρόνια μετά το πρώτο ξεκίνημα καταλαβαίνω πια τι σημαίνει η ταυτότητα του Μαριανού Λαϊκού και πόση σοβαρότητα και προσπάθεια συνεπάγεταιη συνυπευθυνότητα μαζί με τους Αδελφούς στην εκτέλεση της Μαριανής Αποστολής. Συγχρόνως όμως νιώθω πόσο αδύναμος και ατελής είμαι, πόσο πνευματικά και ψυχικά ελλιπής και, επομένως, πόσο δρόμο έχω να διανύσω ακόμη για να φθάσω εκεί όπου με καλεί το παιδαγωγικό όραμα του Αγίου Μαρκελλίνου Champagnat. Γιατί, πέρα και πάνω από την επιστημονική επάρκεια, την υπηρεσιακή συνέπεια και την εργατικότητα, χρειάζεται η ταπείνωση, δηλαδή η υπέρβαση της πνευματικής και ηθικής αυτάρκειας, η ειλικρινής αναζήτηση του προσώπου του άλλου και η έμπρακτη αγάπη προς αυτόν, η εθελούσια έξοδος από το κέλυφος του εαυτού, η θαρραλέα απάρνηση του «εγώ» για χάρη των άλλων.

Ένας Αγιορείτης Μοναχός έλεγε απευθυνόμενος στους Αδελφούς του: «Μη μου λέτε πόσες μετάνοιες ή πόσες αυστηρές νηστείες κάνετε. Πέστε μου πόσο μπορείτε να καταλάβετε τον πόνο του ανθρώπου που σας επισκέπτεται ∙ πόσο μπορείτε να τον ελαφρώσετε και να του δείξετε τον δρόμο για τον Θεό». Το μήνυμα αυτό ακούγεται μέσα μου το ίδιο αλλά και λίγο διαφορετικό: «Μη μου λες πόσο χρόνο αφιέρωσες για τα τυπικά διδακτικά σου καθήκοντα. Πες μου πόσο μπορείς να καταλάβεις την ψυχή του δυσκολεμένου παιδιού που έρχεται να ζητήσει τη βοήθειά σου, πόσο μπορείς να σταθείς δίπλα του και με τα λόγια και το παράδειγμά σου να το κάνεις καλό Χριστιανό και έντιμο πολίτη».-

 

 

Νίκος Δεσύπρης

Φιλόλογος

Καθηγητής Λεοντείου Λυκείου Νέας Σμύρνης