Νέα

Chiara Luce Badano μιά σύγχρονη Αγία

CHIARA «LUCE» BADANO

Μια κοπέλα όμορφη, εξωστρεφής

και ερωτευμένη με το Θεό.

Το υπέροχο σχέδιο του Θεού για εκείνη

αποκαλύπτεται μέσα στα δύο χρόνια της ασθένειας της.

18 χρόνια ζωής. Ένα πρότυπο όχι μόνο για τους νέους.

 

Η Chiara Badano γεννιέται στο Sassello (ένα χωριό της Επαρχίας της Savona, που υπάγεται στην Επισκοπή της Acqui), στις 29 Οκτωβρίου 1971, μετά από 11 χρόνια αναμονής των γονιών της.

Είναι ένα υγιές κορίτσι, αγαπά τη φύση και το παιχνίδι, αλλά διακρίνεται περισσότερο για την αγάπη της προς τους «τελευταίους», τους οποίους αγκαλιάζει με πολλή στοργή θυσιάζοντας συχνά ώρες από την ξεκούρασή της. Από το νηπιαγωγείο ήδη, μαζεύει σ’ ένα μικρό κουτί  χρήματα για «τα παιδιά της Αφρικής», στην οποία ονειρεύεται μία μέρα να πάει ως γιατρός για να φροντίσει αυτά τα παιδιά.

Την ημέρα της Πρώτης της Κοινωνίας τής δωρίζουν το βιβλίο του Ευαγγελίου. Αυτό θα γίνει για εκείνη ένα «υπέροχο βιβλίο» και ένα «εξαιρετικό μήνυμα».  Η ίδια θα πει αργότερα: «Όσο εύκολο είναι για μένα να μάθω την Αλφαβήτα, τόσο εύκολο θα πρέπει να είναι το να ζω το Ευαγγέλιο!»

Στην ηλικία των 9 χρόνων εισέρχεται ως Gen στο Κίνημα των Φοκολάρι υιοθετώντας το ιδανικό της ενότητας και σιγά-σιγά το γνωρίζει και στους γονείς της.

Ήταν 17 χρονών, όταν ξαφνικά ένας δυνατός πόνος στον αριστερό ώμο αποκαλύπτει μετά από ιατρικές εξετάσεις και ανώφελες επεμβάσεις ένα οστεοσάρκωμα, που θα γίνει ο Γολγοθάς της για τα επόμενα 2 χρόνια. Μόλις έμαθε τη διάγνωση, η Chiara δεν κλαίει και δεν επαναστατεί. Αντίθετα, παραμένει σε βαθιά σιωπή και μετά από 25 λεπτά βγαίνει από τα χείλη της το «ναι» στο Θέλημα του Θεού. Από τότε θα λέει συχνά: «Αν το θέλεις Εσύ, Ιησού, το θέλω κι εγώ!».

Δε χάνει το φωτεινό της χαμόγελο. Αντιμετωπίζει με θάρρος τις επώδυνες θεραπείες και παρασέρνει με την αγάπη της όποιον την πλησιάζει. Αρνείται τη χρήση της μορφίνης, γιατί της στερεί τη διαύγεια. Προσφέρει τα πάντα για την Εκκλησία, τους νέους, τους μη πιστούς, το Κίνημα, τις Ιεραποστολές…παραμένοντας γαλήνια και δυνατή. Επαναλαμβάνει: «Δεν έχω πια τίποτα το υγιές πάνω μου, παρά μόνο την καρδιά μου. Με αυτή μπορώ πάντοτε να αγαπώ».

Το δωμάτιό της, τόσο στο νοσοκομείο του Τορίνο όσο και στο σπίτι, γίνεται τόπος συνάντησης, αποστολής και ενότητας: είναι γι’ αυτήν μία εκκλησία. Ακόμα και οι γιατροί, οι οποίοι δε συχνάζουν στην Εκκλησία, συγκλονίζονται από την ειρήνη της και τη χαρά της και, μερικοί από αυτούς, ξαναπλησιάζουν το Θεό. Αισθάνονταν«να τους έλκει ένας μαγνήτης» και, ακόμα και σήμερα, τη θυμούνται και την επικαλούνται.

Από μικρό κιόλας κορίτσι προτάθηκε να μη«δίνει στους φίλους της τον Ιησού με τα λόγια, αλλά με τη συμπεριφορά της». Αυτό βέβαια δεν ήταν πάντα εύκολο. Πράγματι, μερικές φορές θα πει: «Πόσο δύσκολο είναι να πάει κανείς ενάντια στο ρεύμα!», και για να μπορέσει να ξεπεράσει κάθε εμπόδιο, επαναλαμβάνει: «Για σένα, Ιησού».

Για να ζήσει καλά τη χριστιανική της πίστη, η Chiara στηρίζεται στην καθημερινή – όσο είναι δυνατόν – Θεία Λειτουργία· εκεί μεταλαμβάνει τον Ιησού που τόσο αγαπάει. Διαβάζει το Λόγο του Θεού και τον στοχάζεται. Κάνει συχνά μνεία της φράσης της Chiara Lubich: «Θα γίνω αγία, αν είμαι αγία κάθε στιγμή».

Υποδέχεται με πολλή αγάπη όποιον πηγαίνει να τη συναντήσει. Στις τελευταίες συναντήσεις με τον Επίσκοπό της εκδηλώνει τη μεγάλη της αγάπη για την Εκκλησία. Εντωμεταξύ η ασθένεια της εξελίσσεται και οι πόνοι αυξάνονται. Δεν υπάρχουν δάκρυα στα μάτια της, παρά μόνο η φράση στα χείλη της: «Μαζί σου, Ιησού! Για σένα, Ιησού».

Η Chiara προετοιμάζεται για επικείμενο θάνατό της: «Έρχεται ο Νυμφίος να με συναντήσει», και διαλέγει ένα νυφικό, τα άσματα και τις προσευχές για την κηδεία της, η οποία θα πρέπει να είναι μία «γιορτή», όπου «κανένας δε θα πρέπει να κλάψει».

Μεταλαμβάνοντας για τελευταία φορά τον Ιησού Ευχαριστία, φαίνεται εκστασιασμένη από Εκείνον και παρακαλεί να της διαβάσουν την προσευχή: «Έλα, Πνεύμα Άγιο, στείλε μας από τον Ουρανό μία ακτίνα από το δικό σου Φως».

Το όνομα «Luce», που θα πει «Φως» στα ιταλικά, της δίνεται από την ChiaraLubich, με την οποία έχει αναπτύξει μια στενή σχέση μέσω αλληλογραφίας από την παιδική της ηλικία.

Δε φοβάται να πεθάνει. Είχε πει στη μητέρα της: «Δε ζητάω πια στον Ιησού να έρθει να με πάρει στον Παράδεισο, γιατί θέλω ακόμα να Του προσφέρω τον πόνο μου, για να μοιραστώ για λίγο ακόμα το σταυρό μαζί Του». Λίγες μέρες πριν αφήσει την τελευταία της πνοή, αφήνει ένα μήνυμα για τους νέους: «Οι νέοι είναι το μέλλον. Εγώ δε μπορώ πια να τρέξω. Θα ήθελα, όμως, να τους δώσω τη δάδα, όπως γίνεται  στους Ολυμπιακούς αγώνες. Οι νέοι έχουν μια ζωή μονάχα και αξίζει τον κόπο να την ξοδέψουν καλά».

Και ο «Νυμφίος» έρχεται να την πάρει την αυγή της 7ης Οκτωβρίου 1990, μετά από μια πολύ επίπονη νύχτα. Αυτή είναι η μέρα της εορτής της Παναγίας του Ροδαρίου. Αυτά είναι και τα τελευταία της λόγια: «Μαμά, να είσαι ευτυχισμένη, γιατί εγώ είμαι», ενώ η τελευταία δωρεά της: οι κερατοειδείς.

Το φωτεινό παράδειγμα της Chiara αγγίζει πολλές καρδιές νέων και λιγότερο νέων, τις παρασύρει και τις προσανατολίζει προς το Θεό.

Ο επίσκοπος της Acqui, Σεβασμιότατος Livio Maritano, στις 11 Ιουνίου 1999, ανοίγει τη διαδικασία της αγιωνυμία της. Στις 3 Ιουλίου 2008, η Chiara ανακηρύσσεται Σεβάσμια μετά την αναγνώριση των θεολογικών της Αρετών. Στις 19 Δεκεμβρίου 2009 ο πάπας Βενέδικτος 16οςαναγνωρίζει το απαραίτητο για την μακαριωνυμία της θαύμα. Στις 25 Σεπτεμβρίου 2009, με την επίσημη τελετή της μακαριωνυμία της, συγκαταλέγεται στο πλήθος των Αγίων και των Μακάριων. Η Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη της στις 29 Οκτωβρίου.